20/7/17

Ο Πρόεδρος της Δημοκρατία δέχθηκε τον Β’ Αντιπρόεδρο της Βουλής των Ελλήνων

Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας κ. Νίκος Αναστασιάδης δέχθηκε σήμερα τον Β’ Αντιπρόεδρο της Βουλής των Ελλήνων κ. Γιώργο Βαρεμένο
, ο οποίος βρίσκεται στην Κύπρο για να συμμετάσχει στις εκδηλώσεις για τις μαύρες επετείους του πραξικοπήματος και της τουρκικής εισβολής, εκπροσωπώντας τον Πρόεδρο της Βουλής των Ελλήνων κ. Νίκο Βούτση.

Ο Πρόεδρος της Δημοκρατία δέχθηκε τον Β’ Αντιπρόεδρο της Βουλής των Ελλήνων

 Σε δηλώσεις του, εξερχόμενος του Προεδρικού Μεγάρου, ο κ. Βαρεμένος ανέφερε ότι του έγινε μια εις βάθος ενημέρωση από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας σχετικά με τα όσα συνέβησαν στις συνομιλίες στην Ελβετία, «με τη γνωστή κατάληξη», όπως είπε χαρακτηριστικά, συμπληρώνοντας: «Οφείλω να σας πω ότι πέρσι τέτοια μέρα είχα φύγει από το Προεδρικό Μέγαρο με μια, έστω, συγκρατημένη αισιοδοξία ότι, αυτή τη φορά, οι συνομιλίες θα κατέληγαν στο ευτυχές αποτέλεσμα, σε μια λύση δίκαιη και βιώσιμη. Δυστυχώς, η ελπίδα αυτή δεν έγινε πραγματικότητα. Όμως πρέπει να πω ότι η ελπίδα πρέπει να μείνει ζωντανή, δεν πρέπει να σβήσει, έστω και αν μεσολαβήσει ένα διάστημα –που είναι απαραίτητο να μεσολαβήσει, για πάρα πολλούς λόγους που δεν μπορώ αυτή τη στιγμή να τους εκθέσω».

Όπως πρόσθεσε ο Αντιπρόεδρος της Βουλής των Ελλήνων, ο ίδιος ανήκει σε μια γενιά που μεγάλωσε με το Κυπριακό, τονίζοντας ότι δεν θα ήθελε, κάποια στιγμή, να αποχωρήσει αυτή η γενιά με το παράπονο της μη δικαίωσης στη λύση του Κυπριακού. «Επίσης, ανήκω σε μια γενιά που βίωσε το σύνθημα «ΔΕΝ ΞΕΧΝΩ». Εμμένουμε πεισματικά σε αυτό, δηλαδή στον αγώνα της μνήμης εναντίον της λήθης», είπε.

Αναφερόμενος στην παράδοση, από τη Βουλή των Ελλήνων, υλικού που αφορά στον Φάκελο της Κύπρου, είπε ότι ήταν μια ενέργεια «όχι απλώς συμβολική, αλλά μπορεί να έχει και μια πρακτική αντανάκλαση η παράδοση όλων των στοιχείων των αρχείων από τις καταθέσεις από την εξεταστική επιτροπή για τον Φάκελο της Κύπρου, τον οποίο παραδώσαμε στην κυπριακή Βουλή, να τον αξιοποιήσει με οποιοδήποτε τρόπο θεωρεί πρόσφορο. Επίσης, θα περιμένουμε τον αποχαρακτηρισμό των εγγράφων –από όσους τα έχουν χαρακτηρίσει. Γιατί, εμείς δεν έχουμε αρμοδιότητα να τα αποχαρακτηρίσουμε και θεωρούμε ότι αυτό είναι μια συμβολή, όχι απλώς στη μνήμη, αλλά και για μια προσπάθεια δικαίωσης, κάθαρσης της κυπριακής τραγωδίας. Αν δεν βγούνε όλα, έστω και τώρα μετά από 43 χρόνια, στο φως, δεν πρόκειται να υπάρξει κάθαρση σε αυτήν την τραγωδία».

Όσον αφορά στη στάση της Τουρκίας, μετά και από την ατυχή κατάληξη των συνομιλιών για το Κυπριακό, ο κ. Βαρεμένος είπε ότι «βλέπουμε ότι η Τουρκία επιδεικνύει μια συμπεριφορά, θα έλεγα, νευρικής και ασταθούς δύναμης, η οποία αυτή συμπεριφορά δεν συμβάλει στη σταθερότητα. Αντιθέτως, αυξάνει και οξύνει τη ρευστότητα που υπάρχει στην ευρύτερη περιοχή. Απέναντι σε αυτές τις κινήσεις που εμπεριέχουν πρόκληση, εμείς πρέπει να είμαστε ενωμένοι και ψύχραιμοι, αξιοποιώντας και την εμπειρία που έχουμε –και έχουμε δυστυχώς μεγάλη εμπειρία από τέτοιου είδους εξάρσεις ή κρίσεις στο παρελθόν».

Χαρακτήρισε, εξάλλου, την Ελλάδα και την Κύπρο ως παράγοντες σταθερότητας στην ευρύτερη περιοχή. Αφού έχουν κάνει συνεργασίες και συμμαχίες με χώρες της περιοχής, και σε αυτήν την προσπάθεια η Κύπρος παίζει σημαντικό ρόλο. «Δεν οικοδομούμε συμμαχίες εναντίον συγκεκριμένης χώρας ή δεν συγκροτούμε ένα μπλοκ ενάντια σε κάποιο άλλο μπλοκ, απλώς αυξάνουμε τη συνεργασία. Θεωρούμε ότι αποτελούμε παράγοντα σταθερότητας στην περιοχή και αυτό γίνεται αντιληπτό, νομίζω, από τον διεθνή παράγοντα. Επιδείξεις, ταραξία στην περιοχή, από οποιονδήποτε, νομίζω ότι δεν βρίσκουν ανταπόκριση και, όποιος τις συνεχίσει, θα γνωρίσει μια απομόνωση, διπλωματική και όχι μόνο».

Κληθείς να σχολάσει το γεγονός ότι η Τουρκία έχει μεταφέρει την ένταση στην ελληνική υφαλοκρηπίδα, στο Καστελόριζο, και εάν θεωρεί ότι είναι πιθανό ένα θερμό επεισόδιο, ο κ. Βαρεμένος είπε ότι «εάν δείτε το όλο περιβάλλον, η Τουρκία πρέπει να ψάξει να βρει με ποιον δεν έχει πρόβλημα στην περιοχή», τονίζοντας ότι οι επιδείξεις μπορεί καμιά φορά να στοχεύουν και στο εσωτερικό ακροατήριο, γεγονός που, όπως είπε, δεν είναι καλό και θετικό, συμπληρώνοντας ότι «οι ηγεσίες πρέπει να οδηγούν τον λαό σε ένα διαφορετικό πνεύμα, παρά να κολακεύουν τις εθνικιστικές εξάρσεις ή αδυναμίες της κοινής γνώμης, προκειμένου να προσκομίσουν πολιτικά οφέλη».

Εξέφρασε δε την πεποίθηση ότι είναι κακός σύμβουλος, «εάν η ηγεσία της Τουρκίας επιδιώξει μια τέτοιου είδους εκμετάλλευση πτυχών της εσωτερικής πολιτικής της, να τις αναμείξει με την εξωτερική πολιτική».